ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Ο Όμιλος IOKAL δραστηριοποιείται στο χώρο των πληρωτικών υλικών για περισσότερα από 40 χρόνια, αποτελώντας έναν επιτυχημένο συνδυασμό παράδοσης, τεχνολογικής προόδου, προϊόντων υψηλής ποιότητας και σύγχρονης διοίκησης. Λόγους που έχουν συμβάλλει στην επιτυχία της εταιρίας στο πέρας των χρόνων αυτών. Η ενασχόληση της οικογένειας Καλαφάτη με την αξιοποίηση των βιομηχανικών ορυκτών ξεκινά πολλά χρόνια πριν. Τέσσερεις γενιές της οικογένειας έχουν δημιουργήσει, προσφέρει και αναπτύξει τον Όμιλο IOKAL, μία αμιγώς οικογενειακή & ισχυρή επιχείρηση, της οποίας οι σημαντικότεροι σταθμοί εξιστορούνται παρακάτω.
1930 – 1953
1η Γενιά: Υγρή λειοτρίβηση με αρχέγονους μεθόδους

Read More
1930 – 1953
1954 - 1975
2η Γενιά: Η Ά Ύλη Θεμέλιο & Σταθμός
Η επιχείρηση μεταβιβάστηκε στους υιούς του Γεράσιμου Καλαφάτη, τον Γιώργο και τον Παναγή, με τον δεύτερο (πατέρα του σημερινού CEO του Ομίλου) να αναλαμβάνει τη διοίκηση και λειτουργία της επιχείρησης.
Σε αυτή την περίοδο άρχιζε στην Ελλάδα η παραγωγή του λευκού τσιμέντου και η εταιρία σύναψε συμφωνία με την τσιμεντοβιομηχανία ΤΙΤΑΝ για προμήθεια Ά ύλης ανθρακικού ασβεστίου 50.000 τόνων ετησίως για τα επόμενα 3 χρόνια. Σύντομα η πολιτική της τσιμεντοβιομηχανίας άλλαξε και η επιχείρηση έχασε τον πιο σημαντικό της πελάτη. Παράλληλα όμως κατά την περίοδο αυτή δημιουργήθηκε μεγάλη ζήτηση από τις βιομηχανίες χρωμάτων (πλαστικά χρώματα) και τις βιομηχανίες πλαστικών, καθώς γνώριζαν μεγάλη άνθιση.
1976 – 2000
3η Γενιά: Βιομηχανοποίηση


1976 – 2000
2001 – 2023
4η Γενιά: Επέκταση & Άνθιση

Read More
Το 1953 οι μεγάλοι σεισμοί της Κεφαλονιάς επιβράδυναν τη δράση της μικρής βιοτεχνικής μονάδας, η οποία λειτούργησε για 2 ακόμη χρόνια πριν διακόψει τις δραστηριότητές της. Στο σημείο αυτό έκλεισε ο πρώτος κύκλος για την επιχείρηση. 
Η ανοικοδόμηση της χώρας και ιδιαίτερα των μεγάλων αστικών κέντρων δημιούργησε μεγάλη ζήτηση του άμορφου ανθρακικού ασβεστίου (στόκου αέρος) για τα εσωτερικά σπατουλαρίσματα των μοντέρνων νέων πολυκατοικιών. Στη συνέχεια ο τρόπος αυτός κατασκευής εξαπλώθηκε και κατέστησε το επεξεργασμένο άμορφο ανθρακικό ασβέστιο περιζήτητο για κάθε είδος οικοδομής. Η εταιρία ήταν εκείνη την εποχή η μοναδική προμηθεύτρια Ά ύλης ανθρακικού ασβεστίου με πωλήσεις 30.000 τόνων ετησίως για την περίοδο 1958-1965 και 50.000 τόνων ετησίως αντιστοίχως για την περίοδο 1965-1975.
Περί το 1957-1958 η εταιρία προχώρησε στην απόκτηση σημαντικών εκτάσεων γης περιμετρικά των ιδιόκτητων λατομείων της στην Κεφαλονιά, ενώ παράλληλα την ίδια χρονική περίοδο κατασκεύασε έναν σταθμό φόρτωσης (σιλό) Ά ύλης στην περιοχή Τσουρούνα στο Μακρύ Γυαλό, κοντά στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης. Με την επένδυση αυτή πλοιάρια των 500-600 τόνων μπορούσαν να φορτωθούν μηχανικά σε 3-4 ώρες, εξοικονομώντας εργατικά και μεταφορικά κόστη. Αυτή η επένδυση αποτέλεσε το δεύτερο σταθμός ανάπτυξης της επιχείρησης.
Την περίοδο 1972-1975 τα κύρια παραγόμενα προϊόντα της ΑΦΟΙ ΚΑΛΑΦΑΤΗ ΟΕ ήταν ο στόκος, με εφαρμογή στους τζαμόστοκους και αργότερα στους σοβάδες και τα πληρωτικά υλικά με μέγεθος κόκκων από 40 έως 63 μm, με εφαρμογή στις βιομηχανίες χρωμάτων και πλαστικών. Η κοκκομετρία αυτή θεωρήθηκε τεχνολογική πρόοδος για την εποχή εκείνη. Την ίδια περίοδο ο σημερινός πρόεδρος της εταιρίας, Γιάννης Καλαφάτης ολοκλήρωσε τις σπουδές του στα Οικονομικά στη Γερμανία και Αυστρία και επέστρεψε στην Ελλάδα με νέες ιδέες και όραμα για την εκμετάλλευση του άμορφου ανθρακικού ασβεστίου και την επέκταση της εταιρίας από απλή εξορυκτική σε βιομηχανία.
Έτσι το 1981 η εταιρία απέκτησε το πρώτο της ιδιόκτητο όχημα επιτυγχάνοντας έτσι την ελαχιστοποίηση του μεταφορικού κόστους των προϊόντων και του χρόνου παράδοσης αυτών. Παράλληλα η εταιρία εισήχθη στο χώρο των δομικών υλικών μεταφέροντας προϊόντα από όλη την Ελλάδα στην Κεφαλονιά. Η επιτυχία αυτής της κίνησης οδήγησε στην απόκτηση και άλλων ιδιόκτητων οχημάτων.
Παράλληλα καθώς η ζήτηση των λεπτόκοκκων πληρωτικών υλικών αυξανόταν, η επιχείρηση προχώρησε σε νέα επένδυση το 1982 με στόχο το διπλασιασμό της παραγωγικής ικανότητας. Την ίδια περίοδο ξεκίνησε τις πρώτες της εξαγωγές αρχικά σε μικρές ποσότητες στην Κύπρο, το Λίβανο και το Ισραήλ. Το 1983 η εταιρία προχώρησε σε ακόμα μία επένδυση για την παραγωγή ειδικά επικαλυμμένων προϊόντων.
Η ζήτηση των υπέρλεπτων προϊόντων αυξήθηκε και η επιχείρηση προέβη σε νέα επένδυση κατασκευάζοντας νέο κτιριακό συγκρότημα με τον πρώτο σφαιρόμυλο στη μονάδα, αυξάνοντας την παραγωγή στους 90.000 τόνους ετησίως. Το 1993 πραγματοποιήθηκε νέα επένδυση για την αύξηση της παραγωγής με την εγκατάσταση δεύτερου μεγαλύτερου σφαιρόμυλου. Η μονάδα υπερλειοτρίβησης των ανθρακικών τέθηκε σε λειτουργία και έτσι διπλασιάστηκε η παραγωγή των λεπτόκοκκων υλικών από 8 έως 32 μm. Παράλληλα το 1997 αποφασίστηκε η ίδρυση νέας μονάδας για την παραγωγή τάλκη με παραγωγική ισχύ 30.000 τόνους το χρόνο. Επιπλέον εγκαταστάθηκε η δεύτερη μονάδα επικάλυψης ανθρακικού ασβεστίου, αυξάνοντας την ετήσια παραγωγική ισχύ σε 140.000 τόνους.
Το 1997 η εταιρία μετά από δοκιμές σε πιλοτική μονάδα του προμηθευτή οίκου, πέτυχε την παραγωγή του προϊόντος ultra fine (99% < 3 μm, d50=0,75 μm). Έτσι προέβη σε νέα επένδυση για την παραγωγή του υπέρλεπτου αυτού προϊόντος, εισάγωντας στην αγορά ένα νέο καινοτόμο προϊόν, που δεν είναι πιγμέντο αλλά έχει αντίστοιχες ιδιότητες. Η φήμη του εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό και σύντομα εξαντλήθηκε η παραγωγική δυνατότητα της μονάδας. Έτσι λόγω της υπερζήτησης του IOKAL ULTRA FINE, η εταιρία επένδυσε τα επόμενα χρόνια σε περεταίρω μηχανολογικό εξοπλισμό για τον διπλασιασμό της παραγωγής του. Μάλιστα η εταιρία από το 1997 έως το 2010 ήταν η μοναδική εταιρία παγκοσμίως που παρήγαγε το IOKAL ULTRA FINE δια τη ξηρής μεθόδου.
Η μεγάλη αύξηση της ζήτησης των προϊόντων, τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή αγορά σε συνδυασμό με το ανήσυχο επιχειρηματικό πνεύμα του ιδρυτή της εταιρίας , οδήγησε την εταιρία σε μία μεγάλη επένδυση ύψους 15 εκ. ευρώ, την κατασκευή νέας υπερσύγχρονης παραγωγικής μονάδας στην Αττική με παραγωγική ικανότητα 200.000 τόνων ετησίως. Η νέα αυτή επένδυση αποφασίστηκε στρατηγικά να υλοποιηθεί στη Μάνδρα Αττικής, ώστε η εγκατάσταση να βρίσκεται πλησίον των μεγαλύτερων καταναλωτών της εγχώριας αγοράς αλλά και του μεγαλύτερου λιμένος της χώρας, στον Πειραιά, διασφαλίζοντας γρήγορη και χαμηλού κόστους διακίνηση των προϊόντων στο εξωτερικό. Τον Μάϊο του 2008 λειτούργησε για πρώτη φορά το εργοστάσιο της Μάνδρας δημιουργώντας νέες ευκαιρίες για αύξηση των εξαγωγών και κατοχύρωση της κυριαρχίας της εταιρίας στην ελληνική αγορά.
Την περίοδο 2008 έως 2012 διανύοντας τη δύσκολη εποχή της οικονομικής κρίσης η ελληνική αγορά μειώθηκε δραματικά κατά 60% και η εταιρία αναζήτησε νέους τρόπους επέκτασης των πωλήσεων της. Η μόνη λύση ήταν η εξωστρέφεια και έτσι με κύρια στρατηγική, που χαράσσεται πλέον από τις αδελφές Καλαφάτη, την προώθηση των εξαγωγών, κατάφερε μέσα στην τετραετία αυτή να αυξήσει όχι μόνο τις πωλήσεις της, αλλά και να κατακτήσει νέες αγορές όπως αυτή της Ινδίας, της Ρωσίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής, με το ποσοστό των εξαγωγών να ξεπερνάει το 80% επί των πωλήσεων, δημιουργώντας ένα διεθνές δίκτυο πωλήσεων σε 70 χώρες. Η εταιρία έγινε γνωστή στην παγκόσμια αγορά και τα προϊόντα της περιζήτητα, καθώς διαθέτουν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της σπάνιας Ά ύλης, το άμορφο ανθρακικό ασβέστιο της Κεφαλονιάς. Η δυναμική παρουσία της εταιρίας σε όλες τις εμπορικές εκθέσεις του εξωτερικού ώθησε τις πωλήσεις σε νέες αγορές, επεκτείνοντας ταυτόχρονα τις πωλήσεις της στις υφιστάμενες αγορές.
Το 2012, εν μέσω της οικονομικής κρίσης, η εταιρία αναζητώντας νέες ευκαιρίες ανάπτυξης και με κίνητρο την επιτυχή πορεία της στον παγκόσμιο χάρτη, ίδρυσε τη θυγατρική εταιρία ΚΑΡΜΠΟΚΑΛ ΑΕ και την κατασκευή νέας παραγωγικής μονάδας στην ΒΙΠΕ Καβάλας. Η εν λόγω εταιρία δραστηριοποιήθηκε το 2013 αρχικά στην παραγωγή κοκκωδών προϊόντων (granulats) χρησιμοποιώντας ως Ά ύλη τα απορρίμματα τη εξόρυξης όγκων μαρμάρων από τα γύρω λατομεία, με παραγωγική ικανότητα 100.000 τόνους ετησίως. Στη διετία 2014-2015 προέβη στην κατασκευή νέας παραγωγικής μονάδας λειοτρίβησης κρυσταλλικού ανθρακικού ασβεστίου, παραγωγικής ικανότητας 100.000 τόνων ετησίως. Το 2017 επένδυσε ξανά, κατασκευάζοντας νέα μονάδα παραγωγής πρωτοποριακών προϊόντων, βελτιωτικών εδάφους (πέλλετ) από ανθρακικό ασβέστιο και ανθρακικό μαγνήσιο, παραγωγικής ικανότητας 40.000 τόνων ετησίως. Έτσι η εταιρία συνεχίζει μετά από 45 χρόνια να παραμένει πρωτοπόρος στην Ελλάδα συνεχίζοντας τις επενδύσεις και κατακτώντας νέες αγορές όπως αυτή των λιπασμάτων και του αγροτικού τομέα, δημιουργώντας έτσι νέες τάσεις στην αγορά.
Το 2020 η εταιρία προχωράει στην εγκατάσταση νέας μονάδας θραύσης (crusher) όγκων μαρμάρου προερχόμενων από απορρίμματα εξόρυξης, με ετήσια δυναμικότητα θραύσης 700.000 τόνων διαθέτωντας στη διεθνή αγορά Ά ύλη κρυσταλλικού ανθρακικού ασβεστίου, μέσω του κοντινού εμπορικού λιμένος «Φίλιππος» της Καβάλας.